Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2013

Transfagarasan τα δόντια του Δράκουλα

"Ο ομορφότερος δρόμος του κόσμου" σύμφωνα με τον Jeremy Clarkson του Top Gear και δεν θα διαφωνήσω ως προς την ομορφιά της διαδρομής αλλά για ολόκληρου του κόσμου κρατάω μια επιφύλαξη.

Τελευταίο βενζινάδικο πριν το διαβόητο πέρασμα και αναγκαστικό φουλάρισμα μιας και το επόμενο είναι 150 χλμ μακριά. Συναντώ 2 Πολωνούς μοτοσυκλετιστές και ανταλλάσσουμε πληροφορίες για την διαδρομή και τον καιρό. Από το Sibiu που ερχόμουν είχε μια μικρή βροχούλα. Στο Tranfagarasan που πήγαινα τα σύννεφα δεν ήταν βροχής σύμφωνα με τους Πολωνούς και ευτυχώς είχαν δίκιο. Οι Πολωνοί κατευθύνονταν προς Transalpina και τους ενημέρωσα ότι θα χρειαζόταν βενζίνη για 200 χλμ για να το περάσουν, κάτι που οριακά κατάφερνε το Kawasaki Z1000SX του ενός. Τουλάχιστον ο 2ος με Tiger Explorer κουβαλούσε αρκετή βενζίνη και για τους 2.


Ξεκινάμε την ανηφόρα η οποία είναι από τις πιο απότομες που έχω ανέβει ποτέ. Το τοπίο είναι έντονα αλπικό με πυκνό καταπράσινο δάσος, ρυάκια τα οποία γίνονται μικροί καταρράκτες και ατελείωτους γκρεμούς. Σύντομα το σκηνικό αλλάζει και τα Έλατα δίνουν τη θέση τους στα βράχια. Ο δρόμος σκαρφαλώνει στην πλαγιά του βουνού που είναι τόσο απότομη που θα έκανε ακόμα και την ανάβαση με τα πόδια δύσκολη. Οι φουρκέτες διαδέχονται η μια την άλλη με καταιγιστικό ρυθμό, η θέα σου κόβει την ανάσα, το μοτέρ βρυχάται στις μεσαίες στροφές και παρακαλάει για λίγο γκάζι ακόμα. Η άσφαλτος έχει καλή πρόσφυση αλλά είναι γεμάτη μπαλώματα και δεν εμπνέει για παιχνίδι, από την άλλη πάλι η χάραξη του δρόμου σε βάζει στην πρίζα αλλά κάπου εκεί έχεις φτάσει στην κορυφή και το παιχνίδι τελειώνει. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο μειονέκτημα του Transfagarasan. Είναι απότομο, με άγρια ομορφιά, δύσκολο και επικίνδυνο αλλά τελειώνει γρήγορα.


Στην κορυφή του βουνού υπάρχουν καντίνες και αναψυκτήρια για όποιον κουράστηκε από τα μόλις 45 χλμ της ανηφόρας και αμέσως μετά περνάμε ένα σκοτεινό και μουσκεμένο τούνελ για να βγούμε στην απέναντι πλευρά του βουνού. Ο καιρός αλλάζει σε 500 μόλις μέτρα, ο ήλιος δίνει την θέση του στα σύννεφα και ταυτόχρονα αρχίζει η μουσκεμένη κατηφόρα. Ο δρόμος που άνοιξε όμως ο Τσαουσέσκου για να περνάει ο στρατός του δεν είχε πει την τελευταία του λέξη ακόμα.


2-3 στροφές μετά το τούνελ και έχοντας διαπιστώσει ότι αυτό ήταν το φημισμένο Transfagarasan, κατηφορίζω νωχελικά και ανταποδίδω τον χαιρετισμό μιας οικογένειας που είχε σταματήσει στην άκρη του δρόμου όταν ξαφνικά το δεξί μου πόδι βρίσκεται στον αέρα. Το μαρσπιέ αποφάσισε ότι δεν άντεχε άλλο την πίεση της μπότας μου και αποχώρησε με κατεύθυνση το γκρεμό. Φρένο και σταματάω στην άκρη του δρόμου. Σχήμα λόγου βέβαια μιας και ο δρόμος είναι στενός και άκρη δεν υπάρχει παρά μόνο μπαριέρα και μετά το χάος. Γυρνάω προς τα πίσω ποδαράτος μπας και το βρω. Για καλή μου τύχη 5 λεπτά μετά βρίσκω το μαρσπιέ και τη βίδα του. Τα νέα όμως δεν είναι ευχάριστα. Πάνω στη βίδα βλέπω το πάσο της βάσης που έχει σπάσει οπότε δεν υπάρχει ελπίδα να ξανά βιδώσει. Τελικά το ρυθμιζόμενο αλουμινένιο μαρσπιέ δεν άντεξε την πίεση του βουνού. Καλά να πάθω μιας και αυτό δεν είναι το μαρσπιέ του Guzzi αλλά ένα ζευγάρι aftermarket που μου έδωσε φίλος και έχουν νόημα για χρήση σε πίστα και όχι σε κακοτράχαλους ορεινούς δρόμους.


Το βιδώνω πάλι προσεκτικά, το δένω και με ένα tire up αλλά δεν αντέχει καθόλου. Βρίζοντας που δεν έχω μαζί μου κόλλα σπειρωμάτων ενώ κουβαλάω ένα σωρό άλλα πράγματα σκέφτομαι τι να κάνω εκεί πάνω. Προσπαθώ να οδηγήσω με το δεξί πόδι να πατάει μόνο στη βάση του μαρσπιέ κάτι που δεν είναι ακατόρθωτο αλλά είναι αρκετά κουραστικό. Στην επόμενη φουρκέτα σταματάω πίσω από μια μοτοσυκλέτα Πολωνών! που κάνουν στάση για να πιουν νερό. Η κοπέλα μιλάει πολύ καλά Αγγλικά και μου λέει ότι ο φίλος της είναι μηχανικός, αλλά δεν έχει κόλλα σπειρωμάτων... Ανοίγει τη σέλλα του Honda CB500X και βγάζει τα εργαλεία της μηχανής. Ένα κατσαβίδι, ένα γαντζόκλειδο και μια κλειδαριά κράνους, Respect Honda!!! Το γκούτσι προφανώς, έχει μια εργαλειοθήκη που σου επιτρέπει να κάνεις μικρό σέρβις μόνος σου, χώρια κάποια εργαλεία που κουβαλάω πάντα μαζί μου και ευτυχώς έχω διάφορες βίδες και παξιμάδια.

Λίγο πιο σίγουρος που έχω κάποιον με 5 βασικές γνώσεις δίπλα μου, δοκιμάζω διάφορες βίδες. Βρίσκω μια που φαίνεται να σφίγγει ικανοποιητικά, είναι πιο μακριά όμως κάτι που λύνεται εύκολα βάζοντας μια ροδέλα και ένα παξιμάδι. Το πατάω και δεν φεύγει οπότε είμαστε έτοιμη για αναχώρηση. Ένα tire up ακόμα μπαίνει σε στρατηγικό σημείο ώστε σε περίπτωση αποτυχίας να μην ψάχνω το μαρσπιέ στην άκρη του δρόμου και είμαστε έτοιμοι. Το ζευγάρι των Πολωνών ταξιδεύει εδώ και 10 μέρες έχοντας φτάσει μέχρι τα Σκόπια. Διανυκτερεύουν σε σκηνή κάτι που τους κάνει μικρούς ήρωες μιας και εκεί πάνω βρέχει σχεδόν κάθε βράδυ. Δηλώνουν ότι είναι η 9η χρονιά που έρχονται στη Ρουμανία, η πρώτη φορά που το κάνουν με μοτοσυκλέτα και τους αρέσει πολύ. Παιδιά αφού φτάσατε μέχρι τα Σκόπια έπρεπε να κατεβείτε μέχρι τη Χαλκιδική!


Έχοντας χάσει μια ώρα συνεχίζουμε ανεβάζοντας ρυθμό. Έχουμε διανύσει λίγα χλμ και πρέπει να φτάσουμε μέχρι το Brasov που είναι ο επόμενος σταθμός και το πέρασμα από το Transfagarasan μας αναγκάζει να κάνουμε ένα μεγάλο κύκλο. Η διαδρομή γίνεται πάλι αλπική και ακολουθεί μια τεράστια τεχνητή λίμνη. Το δάσος είναι πανέμορφο και το πυκνότερο που έχω δει ποτέ μου. Ο δρόμος όμως είναι κακός και δεν επιτρέπει γκάζια. Εδώ πάνω είναι ο παράδεισος των on-off ούτε καν των ψηλών street. Με θλίψη όμως διαπιστώνω ότι οι Ρουμάνοι είναι βαλκάνιοι 100% και όχι Ευρωπαίοι όπως θέλουν να περνιούνται. Όπου έχει σημεία για να σταματήσεις τα σκουπίδια είναι βουνά κάτι που έρχεται σε τρομερή αντίθεση με την υπέροχη θέα και φύση.


Τελικά το ορεινό πέρασμα είναι μικρό 40-45 χλμ αλλά όλος ο δρυμός αρκετά μεγάλος. Στο τέλος του βρίσκεται το φράγμα που έχει δημιουργήσει τη λίμνη που τόση ώρα οδηγώ δίπλα της. Αρκετά τουριστικό σημείο με αυτοκίνητα και κόσμο σταματημένα παντού. Σε εκείνο το σημείο συμβουλεύομαι το GPS το οποίο επιμένει να οδηγήσω προς τα πίσω 100+ χλμ και να βγω στην εθνική για το Brasov. Εγώ επιμένω να συνεχίσω τον κύκλο και να φτάσω στο Brasov από τα νότια αντί τα δυτικά. 3-4 ώρες μετά έχοντας φάει το κοπάνημα του αιώνα φτάνω στο ξενοδοχείο, αναθεματίζοντας που δεν ακολούθησα τη διαδρομή του GPS. Παρκάρω δίπλα σε ένα αυτοκίνητο με πινακίδες από τον Βόλο (είπαμε Έλληνες παντού), ο δράκουλας προσπάθησε να μας δαγκώσει αλλά δεν τα κατάφερε. Τις επόμενες μέρες θα πάμε να τον βρούμε στο σπίτι του.



3 σχόλια:

  1. ήταν λάθος σου που δεν πήγες σ εκείνες τις
    καντίνες και αναψυκτήρια για ένα μεζεδάκι !
    Την επόμενη φορά όμως....
    KTNS
    :P


    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. "έχει μια εργαλειοθήκη που σου επιτρέπει να κάνεις μικρό σέρβις μόνος σου"

    καρφώνεσαι!! χααχαχχααχ

    ΑπάντησηΔιαγραφή