Το V11 Le Mans είναι το τελευταίο μέλος της σειράς που ξεκίνησε με το 850. Όταν μάλιστα μιλάμε για την έκδοση Rosso Corsa το ειδικό βάρος του ονόματος μεγαλώνει ακόμα παραπάνω λόγο της σπανιότητας του μοντέλου και όχι μόνο.
Περισσότερη ώρα πέρασα χαζεύοντας αυτό το μηχανάκι παρά οδηγώντας το. Η ισορροπία των όγκων του, το ρετρό φανάρι μέσα στο μικρό του φέρινγκ σε ταξιδεύουν σε άλλες εποχές. Με το μάτι μαγεμένο από το γυαλιστερό Rosso Corsa χρώμα να πέφτει πάνω στο χρυσό του Ohlins, ακολουθεί μερικές κόκκινες πινελιές στις κεφαλές και σβύνει σε γκρι και μαύρο στην ουρά με μια υπογράμμιση από τιτάνιο. Όχι δεν είναι πίνακας ζωγραφικής ούτε κάποιο πιάτο διάσημου σεφ αλλά ένα από τα ομορφότερα τέκνα του Mandello del Lario.
Από τότε που το 850 ξεκίνησε την σπορ σειρά της Guzzi έχουν περάσει πολλά χρόνια και το ίδιο το εργοστάσιο από πολλές τρικυμίες. Το V11 ήταν το τελευταίο μοντέλο που βγήκε από το Mandello όταν βρισκόταν κάτω από την κηδεμονία της Aprilia. Τα μετέπειτα μοντέλα βγήκαν κάτω από την ιδιοκτησία της Piaggio. Το αγωνιστικό DNA της Aprilia μπολιάστηκε με τον θρύλο των Le Mans και το τέκνο τους ονομάστηκε V11 Le Mans.
Με το που κάθεσαι πάνω στο V11 καταλαβαίνεις ότι βρίσκεσαι σε ένα γνήσιο Guzzi. Τα κλιπόν δεν είναι υπερβολικά χαμηλά και η θέση οδήγησης είναι κλασσική Ιταλική απαιτώντας μακρυά χέρια και κοντά πόδια οπότε αν είσαι πάνω από 1.85 τα πόδια θα διπλώνουν αρκετά. Από την άλλη όμως θα φτάνουν να ανοίξουν με ευκολία το πλαϊνό σταντ που είναι αρκετά μακρυά! Είπαμε γνήσιο Guzzi.
Τα όργανα είναι κλασσικά και απλά έχοντας αυτά που χρειάζεσαι και όχι αυτά που νομίζεις ότι χρειάζεσαι. Μόλις βάλεις μπρος τον κινητήρα τα πάντα χάνονται μέσα στο μπουμπουνητό του εγκάρσιου V-2 με τα 1.100 κυβικά. Έξτρα δωράκι στο συγκεκριμένο μοντέλο τα ελεύθερα τελικά τιτανίου που μετατρέπουν με τον ήχο τους τη μοτοσυκλέτα σε αεροπλάνο του Β' παγκοσμίου σε κάθετη εφόρμηση.
Κάποια στιγμή καταφέρνεις να ξεκολλήσεις το μυαλό σου από τις άπειρες μικρές στιλιστικές λεπτομέρειες και να βάλεις πρώτη στο μαλακό κιβώτιο. Από τα πρώτα μέτρα καταλαβαίνεις πως θέλει αυτή η μοτοσυκλέτα να οδηγείτε. Εδώ δεν μπορείς να επιβληθείς εσύ αλλά πρέπει να την αφήσεις να σε πάρει από το χεράκι και να χορέψεις στο χορό της σαν γνήσια Ιταλική ντίβα που είναι. Οι ανοιχτές στροφές και οι καλοστρωμένοι δρόμοι βγάζουν τον καλύτερο εαυτό της. Με 3ψήφια νούμερα συμπεριφέρεται άψογα, οι αναρτήσεις δεν είναι τόσο σκληρές όσο νόμιζες στην αρχή. Αντίθετα το σφιχτό ορεινό στροφιλίκι δεν είναι το καλύτερο της. Ειδικά αν ο δρόμος είναι σπαρμένος με λακκούβες τότε τα Ohlins θα ταλαιπωρήσουν τη μέση αλλά και το πλαίσιο, το οποίο είναι μονής ραχοκοκαλιάς και δεν συγχωρεί τέτοιες συμπεριφορές.
Το V11 φέρει το μεγαλύτερο μειονέκτημα των σύγχρονων Guzzi και αυτό δεν είναι η έλλειψη δύναμης αλλά η περίσσια κιλών. Όσο το έχεις κατά νου και κυρίως σε ενδιαφέρει η sport touring οδήγηση τότε το V11 θα σε αποζημιώσει και με το παραπάνω. Διαφορετικά θέλει χέρια για να πλαγιάσει βαθιά μέσα στη στροφή και να μην φοβάσαι τα τυχόν κουνηματάκια που θα ξεφύγουν από το σταμπιλιζατέρ. Το μοτέρ είναι φτιαγμένο για να δουλεύει στις μεσαίες, εκεί δηλαδή που θα το ευχαριστιέσαι κάθε μέρα, έχοντας αρκετή δύναμη μέχρι το κόκκινο των 8.000 σαλ. Δύναμη που αποδίδουν βέβαια τα σύγχρονα 600, με τρόπο όμως που μόνο ένα μεγάλο 2κύλινδρο μπορεί να προσφέρει.
Το υπόλοιπο πακέτο είναι αξιοζήλευτο. Τα φρένα παρά τα κιλά είναι δυνατά και προοδευτικά τιμώντας το λογότυπο που φέρουν. Η ποιότητα βαφής είναι εκπληκτική ενώ στο φινίρισμα συγχωρείς κάποιες μικρο ατέλειες που έχει η μικρή παραγωγή. Όπως σε όλες τις μοτοσυκλέτες με εγκάρσιο στρόφαλο στο άνοιγμα του γκαζιού γέρνει προς τη μια πλευρά κάτι που όμως το αντιλαμβάνεσαι μόνο σταματημένος. Ο άξονας είναι πολύ καλός και μόνο σε άγρια κατεβάσματα θα αναπηδήσει αλλά αυτός δεν είναι τρόπος για να φέρεσαι σε μια κυρία αριστοκρατικής καταγωγής.
Τελικά πόσο σπορ είναι το Rosso Corsa; Αυτή ερώτηση με βασάνιζε για μέρες αφότου το οδήγησα. Η πρώτη απάντηση που μου ερχόταν στο μυαλό ήταν "λίγο". Έχοντας πάντα κατά νου τα Ducati, τα Aprilia, τα ΚΤΜ αλλά και τα υστερικά γιαπωνέζικα, δύσκολα θα μπορέσει να σταθεί δίπλα τους και να τα προσπεράσει εκτός και αν το λέει η καρδιά σου. Τότε όμως συνειδητοποίησα ότι αυτός είναι ένας συμβατικός τρόπος σκέψης και τα Guzzi δεν ήταν ποτέ συμβατικά μηχανάκια. Σκοπός του δεν είναι να φεύγουν πρώτα στο φανάρι, ούτε να σπάνε χρονόμετρα στις πίστες, αλλά να προκαλούν πρωτόγνωρα συναισθήματα στον αναβάτη τους. Σε αυτόν τον τομέα το Rosso Corsa παίρνει άριστα. Μπορεί από τότε που βγήκε το 850 να άλλαξε προσανατολισμό και να μην είναι πλέον ο φονέας γιγάντων που ήταν τότε, αλλά παραμένει ένα γνήσιο τέκνο του Mandello και απευθύνεται στους οπαδούς του και όχι στον καθένα.
Ίσως να φαίνεται στις φωτογραφίες αλλά αυτή είναι μια μοτοσυκλέτα που προκαλεί περισσότερο σταματημένη πάρα εν κινήσει. Στο βενζινάδικο, στο φανάρι ακόμα και όταν σταμάτησα στην παραλία για 10 λεπτά να την φωτογραφίσω, κόσμος ερχόταν να ρωτήσει τι μηχανάκι είναι αυτό. Αντίστοιχο κεφαλογύρισμα μόνο με Panigalle 2πλάσιας και 3πλάσιας αξίας μπορείς να πετύχεις.
Το Rosso Corsa είναι η επετειακή έκδοση μιας μοτοσυκλέτας που ήταν ο τελευταίος απόγονος μιας σειράς σπορ μοτοσυκλετών ενός μικρού Ιταλικού εργοστασίου με αντιστρόφως ανάλογο βάρος ονόματος. Όπως σε όλες τις αριστοκρατικές οικογένειες η σύγκριση με τα ονόματα του παρελθόντος είναι αναπόφευκτη κάτι που ίσως το αδικεί μιας και οι εποχές αλλάζουν. Αυτό όμως δεν μειώνει την αξίας της, αντίθετα ανεβάζει το πρεστίζ της σαν σπάνιο και συλλεκτικό μοντέλο.
Μπορεί τα on-off, τα ρετρό και τα cruiser μοντέλα να φέρνουν χρήμα στα ταλαιπωρημένα ταμεία της Guzzi, μοντέλα όμως όπως τo Le Mans Rosso Corsa κάνουν τους φανατικούς οπαδούς να αναπολούν το παρελθόν και να ελπίζουν για το μέλλον έστω και αν αυτό θα είναι υδρόψυκτο.